εισαγωγικός

εισαγωγικός
-ή, -ό
επίρρ.
1. που ανήκει ή αναφέρεται στην εισαγωγή, που γίνεται ή χρησιμεύει για εισαγωγή: Εισαγωγικές εξετάσεις. – Εισαγωγικό μάθημα στη φιλοσοφία.
2. που έχει σχέση με την εμπορική εισαγωγή: Εισαγωγικός δασμός.
3. το ουδ. πληθ. ως ουσ., εισαγωγικά σημεία στίξης (« »), όπου κλείνονται τα λόγια ενός άλλου ή μια λέξη του, όταν αναφέρονται όπως ακριβώς τα είπε: Ο πατέρας μου έλεγε: «Ποτέ να μη γίνεις ναυτικός».

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • εἰσαγωγικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εισαγωγικός — ή, ό (AM εἰσαγωγικός, ή, όν) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εισαγωγή νεοελλ. 1. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα εισαγωγικά σημείο στίξης που δηλώνει ότι πρόκειται για αυτολεξεί μεταφορά λόγων άλλου ή για παράδειγμα 2. φρ. α) «εισαγωγικές… …   Dictionary of Greek

  • εἰσαγωγικά — εἰσαγωγικός of neut nom/voc/acc pl εἰσαγωγικά̱ , εἰσαγωγικός of fem nom/voc/acc dual εἰσαγωγικά̱ , εἰσαγωγικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικώτερον — εἰσαγωγικός of adverbial comp εἰσαγωγικός of masc acc comp sg εἰσαγωγικός of neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικῶν — εἰσαγωγικός of fem gen pl εἰσαγωγικός of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικόν — εἰσαγωγικός of masc acc sg εἰσαγωγικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικαῖς — εἰσαγωγικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικαί — εἰσαγωγικός of fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικοῖς — εἰσαγωγικός of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσαγωγικοί — εἰσαγωγικός of masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”